- ἐπιθυμίαμα
- ἐπιθῡμίᾱμα , ἐπιθυμίαμαincense-offeringneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επιθυμίαμα — ἐπιθυμίαμα, τὸ (Α) προσφορά θυμιάματος («στέφη λαβούσῃ κἀπιθυμιάματα», Σοφ.) [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + θυμίαμα] … Dictionary of Greek
επιθυμίασις — ἐπιθυμίασις, ἡ (Α) επιγρ. επιθυμίαμα … Dictionary of Greek
κἀπιθυμιάματα — ἐπιθῡμιά̱ματα , ἐπιθυμίαμα incense offering neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθυμιάματα — ἐπιθῡμιά̱ματα , ἐπιθυμίαμα incense offering neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)